Οκτώ ποιήματα σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο

  1. Κέρκυρα

2. Προσομοίωση

Για Κέρκυρα ξεκίνησε στου ήλιου τα παιχνίδια,
γκάζι στο Honda πάτησε κι οι σκέψεις της στολίδια.

Ηγουμενίτσα έφτασε, τ’ αμάξι πού ν’  αφήσει;
τραβάει κάπου απόμερα μη φάει καμιά κλήση!

Με το «Θοδώρα» σάλπαρε γυρεύοντας μια θέση
είχε παιδιά στο πλάι της, της πιάστηκε η μέση
.

Θάλασσα βλέπει και βουνά, καθώς το μαϊστράλι
την πλημμυρίζει με χαρά και πελαγίσια ζάλη.

Με το «Σπυρίδων» γύρισε, γέμισε η ψυχή της
τρεις μέρες ήταν η «τροφή», τρεις μέρες στη ζωή της.

Συνέδριο η αφορμή, πολιτισμοί του κόσμου
ένταξη ξένων στη δομή, βαρύ φορτίο δώσ’ μου.

Bella Venezia Hotel, πιο πέρα απ’ το λιμάνι,
τραγουδιστή υποδοχή χαρούμενη την κάνει.

Εντός της Φιλαρμονικής, ο χώρος των συνέδρων,
μετατροπή της οπτικής και τέντωμα των νεύρων.

Τάνγκο το βράδυ χόρευε, το πάθος το μεγάλο
τραγούδια εμουρμούριζε, θέλει, δε θέλει άλλο;

Τις μπαταρίες γέμισε, σωστή τροφοδοσία,
το όνειρό της γύρευε να βρει πάση θυσία.

Κέρκυρα, 6 Οκτωβρίου 2019

Για Σαλονίκη τράβηξε, το Δίκτυο γυρεύει
το θέατρο ο στόχος της, η τέχνη που λατρεύει. 

Στη Ναυαρίνου έφτασε, σε πρόσωπα οικεία
και με τα νιάτα έσμιξε στην πολυκατοικία
.

Συνάδελφους συνάντησε στα γνώριμα τα μέρη
τις μνήμες της προσπάθησε σ’ όλους  να μεταφέρει.

Συζήτησαν για πρόσφυγες και παίξανε παιχνίδια, 
ασκήσεις προσομοίωσης για τραγικά ταξίδια.
 

Βίωμα ζει προσωπικό, τον πόλεμο θυμίζει
στη βάρκα μεσοπέλαγα τον θάνατο γνωρίζει.


Πολλά τα συναισθήματα από την εμπειρία,
 γιατί ως τότε τα ‘ξερε μόνο στη θεωρία.

Θεσσαλονίκη, 20 Οκτώβρη 2019

3. Ρέθυμνο  

Στου γιου της το δωμάτιο διαφυγή γυρεύει,
το Ρέθυμνο η έμπνευση και πιάνει να χορεύει.

Το σπίτι το φοιτητικό, τι όαση μεγάλη!
με στίχους καταγίνεται, να δει πού θα τη βγάλει.

Το βράδυ νιώθει να πετά σε μια τρελή μιλόνγκα
απ’ το Καστέλι στα Χανιά και ως τη Σπιναλόνγκα.

Και φτάνοντας η Κυριακή ξημέρωμα στο δρόμο
βλέπει το χρόνο ανάλαφρο να κουβαλά στον ώμο.

Ζεστό πρωί, του λιμανιού τη θέα τραγουδάει
και μες στην τόση ομορφιά αρχίζει να μεθάει.

Και πιάνει πάλι το χορό, σκαρώνει μαντινάδες
κι έτσι γεμίζει το χαρτί με κάμποσες αράδες.

Ρέθυμνο, 3 Νοέμβρη 2019

4. Διαγώνισμα

Στην τάξη διαγώνισμα γράφουν τα μαθητούδια,
τα μυαλουδάκια σκέφτονται και μοιάζουν αγγελούδια.

Στη γλώσσα εξετάζονται, στις ειδικές προτάσεις
ποιο θέμα πραγματεύονται, ποιες οι δικές τους τάσεις. 

Κι εκείνη απ’ γραφείο της λύνει τις απορίες,
διευκρινήσεις σύντομες  χωρίς αργοπορίες.

Σελίδες καταγράφονται, ο χρόνος λιγοστεύει
οι σκέψεις τιθασεύονται, το λάθος περισσεύει.

Τελειώνουν την εξέταση, στα μάτια την κοιτάνε
αφήνουν τα φυλλάδια, τα λάθη ξεπερνάνε.

Έχει δουλειά στο σπίτι της, τ’ απόγευμα ξοδεύει,
κάθε γραπτό κι ένα παιδί την προσοχή γυρεύει.

Κορησός, 28 Νοέμβρη 2019

5. Εν-συναίσθηση

Το πρόγραμμα ξεκίνησε μαζί με τα παιδιά της
παιχνίδια εν-συναίσθησης έχει μες στην ποδιά της.

Σε κύκλο η συνάντηση, λένε τα ονόματά τους
φρουτοσαλάτα παίζουνε μ’ όλα τα χρώματά τους.

Συμβόλαιο υπογράφουνε, σαν μια κοινοπραξία
την προσοχή γυρεύουνε, μισούν την απραξία.

Λένε τις ιστορίες τους ο ένας με τον άλλο
και το χαρτί γεμίζουνε με στοχασμό μεγάλο.

Πατρίδα και ξεριζωμός είναι τα θέματά τους
της ξενιτιάς τα σύνορα έχουνε βρει μπροστά τους.

Στέλνουνε γράμματα ζεστά, εκφράζουνε τη λύπη
διαβάζουνε τις σκέψεις τους, ο άλλος πως τους λείπει.

Εικόνες ετοιμάζουνε, ακίνητες τις λένε
στο θέατρο στηρίζονται και φαίνονται να κλαίνε.

Με δράση συνεχίζουνε, φοράνε προσωπεία
κοστούμια δοκιμάζουνε, ζητούν την ουτοπία.
  

Καστοριά, 15 Μάρτη 2020

6. Κορωνοϊός

Εσώκλειστοι παλεύουμε αυτή την πανδημία
ρυθμίσεις εξαγγέλλονται, μα σοβαρή καμία.

Στα σπίτια μας κλειστήκαμε, μα ποια η σημασία,
αφού δε συνετίζεται μ’ αυτά η εκκλησία;

Εκείνη απ’ το παράθυρο κοιτάζει στην ευθεία
κι η Καστοριά στη σκέψη της να κρέμεται απ’ τα θεία.

Μεγάλος είν’ ο κίνδυνος  και φόβος αναλόγως
τα νεύρα δοκιμάζονται, ζητείται ψυχολόγος.

Η άνοιξη εσκίρτησε, με τον ιό θυμώνει
ένας θεός μας όρισε το τι μας ξημερώνει.

Η ανθρωπιά μας κρίνεται με την αλληλεγγύη
στη σκέψη μας ο γείτονας, ο φίλος, οι οικείοι.

Ξεκίνησε βροχόνερο, σωστή μελαγχολία
παροξυσμός ολημερίς στα Μέσα τα γελοία. 
    

Καστοριά, 15 Μάρτη 2020

7. Radio Garden

Όλα τα ραδιόφωνα ήρθαν στο κινητό της
η κάθε χώρα τραγουδά,  θα μάθει τον ρυθμό της.

Βενεζουέλα και Χιλή, Αργεντινή κι Αζόρες
τα ισπανικά της εξασκεί, ακούει με τις ώρες.

Πατώντας το κουμπάκι της φτάνει στην Ινδοκίνα
κι εκεί τραγούδια ακούγονται αλλιώτικα από κείνα.

Λίγα λεπτά αργότερα πετάγεται πιο κάτω
και βρίσκει φοβερό σταθμό με dance και pop γεμάτο.

Σαν άκουσε απ’ όλα αυτά, το σκέφτηκε λιγάκι
πως λίγο το παράκανε και κλείνει το κουμπάκι.

Την άλλη μέρα βιαστικά κάτι τη γαργαλούσε
και τρέχει αλαλάζοντας, αχ κινητό μου πού σαι;

Πατάει πάλι τον σταθμό κι αρχίζει να σκαλίζει
ακούγοντας τις μουσικές, καθώς τη γη γυρίζει.


Καστοριά, 16 Μάρτη 2020

8. Βιογραφία

Απρίλη ήρθε στη ζωή, σαββατογεννημένη,
ο Βόλος η γενέτειρα, το κοσμικό λιμάνι
κι ήταν βουνίσιος ο μπαμπάς, νησιώτισσα η μάνα
και τ’ όνομά της Αρετή, όπως και του Κορνάρου,
ολόξανθη και πεταχτή με πρόσωπο αγγέλου.
Τα πρώτα χρόνια έμεναν στη Νέα Ιωνία,
προσφυγικό συνοικισμό στις παρυφές της πόλης
κι έπειτα μετακόμισαν, έφυγαν για το άστυ,
όπου σχολείο πήγαινε σ’ όλη την εφηβεία.
Με το ποδήλατο γυρνά στα φροντιστήριά της
για τ’ αγγλικά, τα γαλλικά, τη μουσική παιδεία,
για έρωτες εφηβικούς, τα πρώτα χτυποκάρδια.
Με τον μπαμπά φιλόλογο την ποίηση γνωρίζει

με έμφαση ξεχωριστή στη μελοποιημένη
κι εκτός από την ποίηση μυείται και στ’ αρχαία
ακόμη και στη βόλτα τους  σα να ‘τανε παιχνίδι,
έτσι που ήταν φυσικό με τόση ετοιμασία
στη Φιλοσοφική Σχολή να μπει από τους πρώτους
και πλέον να εγκατασταθεί ψηλά στη Σαλονίκη.
Τέσσερα χρόνια πέρασαν δίχως να καταλάβει
διαβάζοντας, γυρίζοντας, γνωρίζοντας ανθρώπους,
κι επέστρεψε στην πόλη της, έτοιμη να διδάξει
με τον μπαμπά της δίπλα της σε ό,τι χρειαζόταν.
Μεγάλωσε κι ωρίμασε κι έφτασε πια η ώρα
να φτιάξει οικογένεια μ’ ευθύνη πια δική της

και διάλεξε τον άνθρωπο που θα ‘χε σύντροφό της
συνοδοιπόρο στη ζωή και σε χαρές και λύπες. 
Τον γιο της έφερε στο φως σαν μπήκε στα τριάντα
και τότε διορίστηκε κι έφυγε για άλλη πόλη
κι εκεί αγκυροβόλησε για μια εικοσαετία
μαζί με το βλαστάρι της, το μόνο σύντροφό της.
Το θέατρο την κέρδισε, οι συγγραφείς βιβλίων
μυώντας και τους μαθητές στη βιβλιοφιλία
και κάθε χρόνο έπειτα της έγινε συνήθεια
με συνδρομή του ΕΚΕΒΙ να δίνει παραστάσεις
φιλοξενώντας συγγραφείς κι αξέχαστη θα μείνει,
της Άλκης Ζέη ο ερχομός που θαύμαζ’ από χρόνια
και συντροφιά γιορτάσανε το κλείσιμο του χρόνου.
Με τα κοινά ασχολήθηκε στο χώρο του βιβλίου
υπεύθυνη Δημοτικής Βιβλιοθήκης πλέον,
κι έκανε Λέσχη Ανάγνωσης ακόμη κι ενηλίκων
και τους ενέπλεξε κι αυτούς στην τέχνη του θεάτρου.
Μόνιμος σύντροφος ο γιος σε κάθε νέο βήμα
διάνθιζε τις επαφές, γέμιζε εμπειρίες,
ώσπου πια ήρθε ο καιρός ν’ ανοίξει τα φτερά του
και κίνησε για Ρέθυμνο, εκεί για να σπουδάσει.
Και τότε πια οργάνωσε αλλιώτικα τον χρόνο
καινούργια ενδιαφέροντα έβαλε στη ζωή της.
Με τον χορό ξεκίνησε τη ρότα της να βρίσκει
το τάνγκο την εκέρδισε, της πήρε τα μυαλά της
κι άρχισε τα ταξίδια της, να τρέχει να χορεύει,
γνώρισε φίλους, αγκαλιές, καινούργιες εμπειρίες,
το μακρινό το Τόκυο, Μαδρίτη, Βερολίνο,
μα το Μπουένος Άιρες έμεινε τ’  όνειρό της.
Σαν να μην έφτανε ο χορός νέες σπουδές αρχίζει
και γίνεται φοιτήτρια στην ώριμή της νιότη.
Το τέλος της διαδρομής τη βρήκε να κοιτάζει
το δρόμο που σεργιάνισε όλα αυτά τα χρόνια
την ώρα που ξεκίναγε τη διπλωματική της
εν μέσω …παρανοϊού εσώκλειστη και μόνη.
Αυτή είν’ η ιστορία της, μέχρις εδώ η γραφή της
και έπεται συνέχεια, πού να την ξέρει όμως;

Καστοριά, 19 Μάρτη 2020

Υ.Γ. Τα ποιήματα τα έγραψα για του μάθημα «Νεότερη ελληνική ποίηση και Δημιουργική Γραφή» με καθηγητή τον Τριαντάφυλλο Κωτόπουλο στο ΠΜΣ «Δημιουργική Γραφή» της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Φλώρινας του τμήματος Νηπιαγωγών.

«Αγάπη μετ’ εμποδίων»

Καστοριά, Φλεβάρης 2021

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

ΑΛΙ                             μαθητής Λυκείου, πρόσφυγας από το Αφγανιστάν
ΛΕΜΟΝΙΑ                 μαθήτρια Λυκείου
ΜΗΤΕΡΑ                    μητέρα της Λεμονιάς, οικιακά
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ  δημοσιογράφος στην τηλεόραση
ΚΑΜΕΡΑΜΑΝ          καμεραμάν στην τηλεόραση

ΧΡΟΝΟΣ – ΤΟΠΟΣ
Το έργο διαδραματίζεται σε μια επαρχιακή πόλη της Ελλάδας (Καστοριά) το 2021.

ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ

(Στο κέντρο της σκηνής υπάρχει ένα παγκάκι. Είναι σούρουπο. Ο φωτισμός είναι χαμηλός και πέφτει πάνω στο παγκάκι. Ο υπόλοιπος σκηνικός χώρος δε διακρίνεται. Η Λεμονιά είναι στα 17 και πηγαίνει Β΄ Λυκείου. Είναι ξανθιά κι έχει τα μαλλιά της αλογουρά. Φοράει τζιν ξεθωριασμένο με σχίσιμο στα γόνατα κι ένα oversize, ροζ φούτερ  με κουκούλα. Φοράει άσπρα, αθλητικά παπούτσια. Ο Αλί είναι στα 18 και δεύτερη χρονιά στην Ελλάδα σε δομή για ασυνόδευτα. Είναι ψηλός, μελαχρινός,  κοντοκουρεμένος και με μια μεγάλη φράντζα στο μέτωπο. Φοράει μπλε, σκούρο, στενό τζιν και μια oversize, μαύρη φούτερ με κουκούλα. Έχει ένα περίτεχνο, χρωματιστό τατουάζ στον λαιμό. Έχει σχιστά μάτια κι έντονα ζυγωματικά. Φοράει μαύρα, αθλητικά παπούτσια).

(Ο Αλί και η Λεμονιά κάθονται στο παγκάκι και κοιτάζουν μπροστά).

 ΑΛΙ: (τρυφερά) Θέλω να σε βλέπω κάθε μέρα.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (θλιμμένα) Νομίζεις ότι εγώ δε θέλω;
ΑΛΙ: Ξέρω. Είναι δύσκολο. (παύση) Η μάνα σου έχει δίκιο.
ΛΕΜΟΝΙΑ: Είναι ο κόσμος που μιλάει. (παύση)
ΑΛΙ: Ξέρω.

ΛΕΜΟΝΙΑ: Είσαι ξένος. Νομίζουν ότι είσαι… (παύση) Όλα τα βάζουν με το νου τους.
ΑΛΙ: Πώς να το αλλάξω αυτό;
ΛΕΜΟΝΙΑ: (κοφτά) Δεν αλλάζει.
ΑΛΙ: Η μάνα σου τι λέει;
ΛΕΜΟΝΙΑ: Να μη σε βλέπω. Να μην είμαστε μαζί. Φοβάται εσένα, τον κόσμο. Είναι πολύ πιεστική. Όλο μαλώνουμε. Δεν αντέχω άλλο αυτή την ένταση στο σπίτι.
ΑΛΙ: Όμως εγώ δεν είμαι αυτό που φοβάται.

ΛΕΜΟΝΙΑ: Ναι… Εγώ ξέρω. Αυτή όμως; (με απόγνωση) Ό,τι και να της πω…(παύση) Δε σε ξέρει. (θυμωμένα) Και δε θέλει να σε μάθει. (κατεβάζει την ένταση) Της έχει έρθει άσχημα η σχέση μας.
ΑΛΙ: (με πάθος κοιτάζοντάς την) Θέλω να είμαστε μαζί, όσο μπορούμε.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (τον κοιτάζει) Κι εγώ. Όσο μπορούμε.

(Σηκώνονται να φύγουν. Αγκαλιάζονται).

ΑΛΙ: Αύριο;
ΛΕΜΟΝΙΑ: Αύριο!

(Φεύγουν σε αντίθετες κατευθύνσεις).

ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

(Αριστερά στη σκηνή το δωμάτιο της Λεμονιάς. Ένα ξύλινο κρεβάτι, ένα ροζ γραφείο με βιβλία, στο πάτωμα δίπλα στο γραφείο η σχολική τσάντα. Στο τοίχο αφίσα της Έιμι Γουάινχαουζ. Ο φωτισμός εστιάζεται στο δωμάτιο. Η υπόλοιπη σκηνή είναι σκοτεινή. Η Λεμονιά κάθεται στο κρεβάτι. Έχει ένα βιβλίο ανοιχτό πάνω στα πόδια της, αλλά φαίνεται να σκέφτεται κοιτώντας μπροστά. Ένα αμυδρό χαμόγελο διαγράφεται στα χείλη της. Η μητέρα της μπαίνει φουριόζα στο δωμάτιο και της μιλάει όρθια μπροστά της).

ΜΗΤΕΡΑ: (σε έντονο ύφος) Πάλι μ΄ αυτόν ήσουν;
ΛΕΜΟΝΙΑ: Άσε με, διαβάζω. (κοιτάζει στο βιβλίο της)
ΜΗΤΕΡΑ: (κοφτά) Τι άσε με; Απάντησέ μου!
ΛΕΜΟΝΙΑ: (σηκώνει το κεφάλι της από το βιβλίο και την κοιτάζει θυμωμένα) Τι θες τώρα;
ΜΗΤΕΡΑ: (επιτακτικά) Απάντησέ μου!
ΛΕΜΟΝΙΑ: (θυμωμένα) Ναι, με τον Αλί ήμουν και δεν είναι (με έμφαση) «αυτός», έχει όνομα.
ΜΗΤΕΡΑ: Ναι… όνομα… Αλί…(γελάει ειρωνικά) Ήρθαν οι αλλόπιστοι να μας φάνε το κορίτσι.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (έντονα) Τι λες; Ποιοι αλλόπιστοι; Ο Αλί είναι τόσο μουσουλμάνος, όσο εγώ χριστιανή. Απλά πιστεύει στον άνθρωπο, όπως κι εγώ. (γλυκαίνοντας) Μαμά, είναι καλός άνθρωπος.
ΜΗΤΕΡΑ: (σε έντονο ύφος) Ναι, έτσι λένε μέχρι να σε τουμπάρουν και μετά… Μετά….(παύση) Μετά σ΄ έχουν σκλάβα. Τα ξέρουμε.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (κοφτά) Δεν είναι έτσι!

ΜΗΤΕΡΑ: Τι ξέρεις εσύ; Ακόμη δε βγήκες από το αβγό σου.
ΛΕΜΟΝΙΑ: Μαμά, τι λες; (παύση) Δεκαεφτά χρονών είμαι. Σε λίγο ψηφίζω.
ΜΗΤΕΡΑ: (ειρωνικά) Ναι, ψηφίζεις. Με τέτοια μυαλά, τέτοια αφέλεια… Θα ψηφίσεις κιόλας, τρομάρα σου. (κοιτάζοντάς την έντονα) Έτσι λένε όλοι αυτοί, βρε κουτορνίθι, ότι δεν πιστεύουν και μετά αλλάζουν πρόσωπο, άμα σε δέσουν.

ΛΕΜΟΝΙΑ: (έντονα) Ο Αλί δεν είναι τέτοιος. (κοφτά και δυνατά) Τέλος! (με έμφαση) Εσύ δεν τον ξέρεις.
ΜΗΤΕΡΑ: (ξεφυσώντας) Καλά, δεν το πιστεύω. Τόσα αγόρια συμμαθητές. Αυτόν πήγες και βρήκες; Τον τελευταίο των τελευταίων; (με απογοήτευση) Χειρότερα δεν μπορούσες.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (ήρεμα) Μαμά, άμα τον γνωρίσεις θ΄ αλλάξεις γνώμη. Είναι καλόψυχος! Έχει πολύ ψηλά τις γυναίκες. Πίστεψέ με!

ΜΗΤΕΡΑ: (έντονα) Δε θέλω ν΄ ακούσω άλλο. (επιτακτικά) Σταμάτα!(πιάνει το κεφάλι της) Θα το πάθω το εγκεφαλικό, δεν το γλιτώνω.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (σηκώνεται και την αγκαλιάζει)  Μαμά, δε θα πάθεις τίποτα. (την οδηγεί στο κρεβάτι και την καθίζει δίπλα της) Άκουσέ με! Λοιπόν, ο Αλί μ΄ έχει την καλύτερή του φίλη. Μ΄ εμπιστεύεται. Έμαθε ελληνικά πολύ γρήγορα για μένα. Για να μπορούμε να μιλάμε. Έχει όνειρα! Να πάει στη Βρέμη! Να γίνει γιατρός. Είναι ο αδερφός του εκεί με την οικογένειά του. Μόλις τελειώσω το σχολείο, θα πάω να τον βρω, να σπουδάσω κι εγώ εκεί μαζί του.

ΜΗΤΕΡΑ: (την κοιτάζει έκπληκτη) Τι λες τώρα; (με ύφος συγκαταβατικό) Αχ, κοριτσίστικα ονειροπαρμένα μυαλά. (το ύφος γίνεται έντονο) Τι να σου πω, παιδάκι μου; Μας έχεις κάνει ρεζίλι στον κόσμο. (ανεβαίνει η ένταση της φωνής) Τον πατέρα σου δεν τον σκέφτεσαι; Να τρέχεις από δω κι από κει με τον άραβα; (κατεβάζοντας το κεφάλι και την ένταση της φωνής) Ντρέπομαι να βγω στη γειτονιά. Η Καστοριά είναι ένα χωριό. Όλα μαθεύονται.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (σηκώνεται από το κρεβάτι, έντονα) Δε με νοιάζει ο κόσμος. Είμαστε στο 2021! Και δε θα κρύβομαι! Κατάλαβες;
ΜΗΤΕΡΑ: (σηκώνεται κι αυτή από το κρεβάτι και στέκεται μπροστά της) Δε σε νοιάζει ο κόσμος;Με τον κόσμο ζούμε, κυρία μου. (με έμφαση) Δε ζούμε μέσα στη γυάλα. (κουνώντας τα χέρια της απειλητικά) Κοίτα να συμμορφωθείς και να βάλεις ένα τέλος, γιατί θα πάρω άλλα μέτρα.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (την κοιτάει θυμωμένα) Δε με παρατάς; Τι θα μου κάνεις; Θα με κλείσεις μέσα; (κοφτά) Δεν μπορείς! Θα μου κόψεις το χαρτζιλίκι; Κόψ΄ το μου! Δε με νοιάζει! (δυνατά, θυμωμένα) Εγώ θα τον βλέπω, ό,τι και να κάνεις.
ΜΗΤΕΡΑ: (κοφτά) Μωρέ, θα στον κόψω εγώ τον χαβά. Θα δεις!
ΛΕΜΟΝΙΑ: (έντονα) Κάνε ό,τι θες! Να δούμε τι θα καταφέρεις.

(Η Λεμονιά φεύγει με έντονο βήμα από το δωμάτιο και βγαίνει από τη σκηνή).
(Κλείνουν τα φώτα της σκηνής).

ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ

(Δεξιά από το παγκάκι δωμάτιο δομής προσφύγων. Ένα τραπέζι πλαστικό, ένα κρεβάτι εκστρατείας, μια βαλίτσα στο πάτωμα δίπλα στο τραπέζι. Ο φωτισμός αρχικά στο δωμάτιο. Ο Αλί κάθεται στο κρεβάτι κοιτώντας το κινητό του. Στη συνέχεια φωτίζεται σιγά σιγά και το κέντρο της σκηνής όπου βρίσκεται το παγκάκι στο οποίο κάθεται η Λεμονιά).

(Χτυπάει το κινητό της Λεμονιάς).

ΑΛΙ: Λεμονιά!
ΛΕΜΟΝΙΑ:(σηκώνεται από το παγκάκι και περπατάει νευρικά πέρα δώθε μπροστά από το παγκάκι) Πού είσαι τόσες μέρες; Έχω χάσει τον κόσμο. Εξαφανίστηκες κι ούτε ένα τηλέφωνο…(παύση) Ούτε με σκέφτηκες, ούτε μια εξήγηση. (κομπιάζει, τα λόγια βγαίνουν δύσκολα, είναι έτοιμη να κλάψει) Δεν μπορώ! Έρχομαι κάθε μέρα εδώ στο παγκάκι μας.

ΑΛΙ: Λεμονιά μου, συγνώμη. (απολογητικά) Θα σου εξηγήσω!
ΛΕΜΟΝΙΑ: Τι να μου εξηγήσεις; Δεν μπορώ. (με λυγμούς) Όλο κλαίω. Ούτε ένα τηλέφωνο. Κι εγώ που νόμιζα πως μ΄ αγαπάς.
ΑΛΙ: (τρυφερά) Σ΄ αγαπώ και το ξέρεις.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (με παράπονο) Δεν εξαφανίζεται έτσι ο κόσμος και μου λες πως μ΄ αγαπάς. Αν μ΄ αγαπούσες, θα μ΄ έπαιρνες αμέσως τηλέφωνο, να με ειδοποιήσεις ότι φεύγεις.

ΑΛΙ: (καθησυχαστικά) Λεμονιά μου, άκουσέ με! Δεν ήταν στο χέρι μου. Με πήραν από τη δομή χωρίς προειδοποίηση. Μου πήραν και το τηλέφωνο για μέρες. Γι’ αυτό δεν επικοινώνησα.(με ένταση) Πίστεψέ με, σε παρακαλώ! Νομίζεις εγώ δεν έχασα τον κόσμο; Να μην μπορώ να σε ειδοποιήσω;

(Η Λεμονιά ακουμπά το κινητό δίπλα της και κοιτάζει μπροστά της μ’ ένα χαμόγελο στα χείλη. Ο Αλί κάνει ακριβώς το ίδιο).
(Κλείνουν τα φώτα της σκηνής)
.

(Η Λεμονιά κάθεται στο παγκάκι)

ΛΕΜΟΝΙΑ: Πες μου τι έγινε; Πού σε πήγαν;
ΑΛΙ: Με μετέφεραν σε μια δομή για ενήλικες στη Θεσσαλονίκη. Ενηλικιώθηκα, βλέπεις, και θα πρέπει να μπω σε άλλο καθεστώς.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (τρυφερά) Θα σε δω ξανά;
ΑΛΙ: Η Θεσσαλονίκη είναι κοντά.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (λυπημένα) Εγώ όμως δεν μπορώ να ξεμυτίσω. Πώς να έρθω; Τι να πω; Είμαι και ανήλικη. Θα με ψάχνουν, αν φύγω κρυφά. Και για φανερά… ούτε λόγος.
ΑΛΙ: Λεμονιά μου, θα βρούμε τον τρόπο. Ίσως μπορώ εγώ να έρθω να σε δω. Θα πρέπει να δω, αν μπορώ να μετακινηθώ. (με ένταση) Όταν εγκριθεί επιτέλους το αίτημα ασύλου.
ΛΕΜΟΝΙΑ: (τρυφερά) Μακάρι. Δεν αντέχω να μη σε βλέπω. Το κατάλαβα αυτή τη βδομάδα. Με πονούσε η σκέψη ότι σε έχασα.

ΑΛΙ: (στον ίδιο τόνο) Κι εγώ το ίδιο νιώθω.
ΛΕΜΟΝΙΑ: Θα περιμένω τηλέφωνό σου. Θα έρχομαι εδώ στο παγκάκι μας κάθε μέρα και θα περιμένω.
ΑΛΙ: Θα σε πάρω σύντομα. (αποφασιστικά) Στο υπόσχομαι!

ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

(Ο χώρος φωτίζεται στα δεξιά της σκηνής στο δωμάτιο της δομής προσφύγων και στο κέντρο. Μπροστά από το δωμάτιο και προς το κέντρο της σκηνής είναι αραδιασμένες πολλές βαλίτσες, μπόγοι, μπουφάν).

(Ο Αλί κάθεται στο κρεβάτι σκυμμένος με το πρόσωπο μέσα στα χέρια του. Από αριστερά έρχεται στο κέντρο της σκηνής κοντά στο χώρο των αποσκευών ένας δημοσιογράφος με μικρόφωνο στο χέρι κι ένας καμεραμάν με βιντεοκάμερα. Ο Αλί μόλις τους βλέπει πηγαίνει προς το μέρος τους).

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μάθαμε ότι απορρίφτηκε το αίτημα ασύλου σας και σας γυρίζουν πίσω στη χώρα σας. Θα κάνετε κάποιο σχόλιο;
ΑΛΙ: (σε έντονο ύφος) Εγώ αυτό που θέλω να πω είναι ότι η κυβέρνηση είναι άδικη. Η ευρωπαϊκή πολιτική είναι άδικη. Αποφάσισαν ότι δε δικαιούμαι άσυλο μετά από τόσον καιρό που περιμένω. Αποφάσισαν ότι στο Αφγανιστάν υπάρχει ασφάλεια και μπορώ να γυρίσω πίσω, ενώ ακούτε τι γίνεται με την τρομοκρατία και τους Ταλιμπάν. Με στέλνουν πίσω εκεί που δεν έχω κανένα δικό μου. Εκεί που όλοι έχουν φύγει, γιατί κινδύνευαν.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Λυπάμαι. Θέλετε να πείτε κάτι άλλο;
ΑΛΙ: (αποφασιστικά) Ναι! Θέλω να στείλω ένα μήνυμα σ΄ ένα αγαπημένο πρόσωπο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σας ακούμε.

ΑΛΙ: (συγκινημένος) Λεμονιά, σ΄ αγαπώ. Με γυρνάνε πίσω. Να ξέρεις ότι σ΄ αγαπώ και θα έρθω να σε βρω! Δε θα σε ξεχάσω. Λεμονιά, (ανεβάζει την ένταση της φωνής) αν βλέπεις, σ΄ αγαπώ! (δακρύζει)

(Κλείνουν τα φώτα της σκηνής).

Υ.Γ. Το θεατρικό γράφτηκε για το μάθημα Θεατρική και Κινηματογραφική Γραφή και το ΠΜΣ Δημιουργική Γραφή της Παιδαγωγικής Σχολής Δυτ. Μακεδονίας του Τμήματος Νηπιαγωγών.

Por una cabeza, Carlos Gardel (composer) and Alfredo Le Pera (lyricist), 1935

Πέρασε πάνω από χρόνος από την τελευταία κατάθεση σε τούτον εδώ τον ιστοχώρο. Με καινούργια χαρά επιστρέφω. Η αγάπη για το tango, η μύηση φίλων σ΄αυτό το ταξίδι, αλλά και εθισμός στην εξερεύνηση και στη συλλογή της γνώσης δημιουργούν από το post.

Στην πράκτικά μας ακούγεται το τραγούδι «Por una cabeza». Είναι ευκαιρία, λοιπόν, να μάθουμε την ιστορία αυτού του τόσο γνωστού τραγουδιού.

Τους στίχους έγραψε ο Alfredo Le Pera  και τη μουσική ένας από τους σπουδαιότερους τραγουδιστές του 20ου αιώνα, ο Carlos Gardel.

Το τραγούδι ακούγεται για πρώτη φορά το 1935 στην ταινία «Tango Bar» στην οποία παίζει και ο Gardel. Τέσσερις μήνες μετά το γύρισμα της ταινίας ο Gardel σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα πάνω από την Κολομβία.

Όμως οι θαυμαστές του θεωρούν ότι ο Gardel συνεχίζει νατραγουδάει κάθε μέρα ακόμη και καλύτερα.

R-4052685-1353668439-2068.jpeg

«Gardel cada dia canta mejor»

Ο τίτλος σημαίνει «για ένα κεφάλι» και μάλιστα «για ένα κεφάλι αλόγου». Το τραγούδι, λοιπόν, που θεωρείται ένα από τα πιο ερωτικά τραγούδια του τάνγκο μιλά για ένα άλογο που χάνει σε μια στημένη κούρσα ιπποδρόμου. 

Οι στίχοι μιλάνε για ένα τζογαδόρο που συγκρίνει το πάθος του για τον ιππόδρομο με το πάθος του για τις γυναίκες.

Por una cabeza( «Για ένα κεφάλι» ή «Για μια βραχεία κεφαλή»)
(Στα ισπανικά, στη γλώσσα του ιπποδρόμου, por una cabeza λένε τη διαφορά με «βραχεία κεφαλή» που οδηγεί ένα άλογο στη νίκη).
Por una cabeza, de un noble potrillo
(Χάνοντας «για ένα κεφάλι» κάποιου καθαρόαιμου)
que justo en la raya, afloja al llegar
(που ακριβώς στο τέρμα χαλαρώνει το βήμα)
y que al regresar, parece decir
(κι επιστρέφοντας μοιάζει να λέει)
no olvides, hermano
(μην ξεχνάς, αδερφέ)
vos sabes, no hay que jugar
(ξέρεις ότι δεν έπρεπε να τζογάρεις)
Por una cabeza, metejón de un día
(«για ένα κεφάλι» χάνεις και τον έρωτα)
de aquella coqueta y risueña mujer
(για κείνη την κοκέτα και χαμογελαστή γυναίκα)
que al jurar sonriendo
(που σου ορκίζεται χαμογελώντας)
el amor que está mintiendo
( την ψεύτικη αγάπη της)
quema en una hoguera todo mi querer
(καίει στη φωτιά όλο τον έρωτά μου)
Por una cabeza,
(Χάνοντας «για ένα κεφάλι»)
todas las locuras
(αυτή ήταν όλη η τρέλα μου)
su boca que besa
(το στόμα της στο φιλί)
borra la tristeza
(σβήνει τη θλίψη μου)
calma la amargura
(καταπραΰνει την πίκρα)
Por una cabeza
(Χάνοντας «για ένα κεφάλι») 
si ella me olvida
(αν αυτή με ξεχάσει)
qué importa perderme
(δεν έχω λόγο να ζω)
mil veces la vida
(χίλιες φορές τη ζωή μου)
para qué vivir
(γιατί να ζω)
Cuántos desengaños, por una cabeza
(Τόσες ψευδαισθήσεις χάνοντας «για ένα κεφάλι»)
yo juré mil veces no vuelvo a insistir
(ορκίστηκα χιλιάδες φορές, δεν επιμένω ξανά)
pero si un mirar me hiere al pasar
(Αλλά μόλις η ματιά της με αγγίξει)
su boca de fuego otra vez quiero besar
(τα χείλη της από φωτιά θέλω να φιλήσω άλλη μια φορά)
Basta de carreras, se acabo la timba
(Αρκετά με τις κούρσες, φτάνει με τον τζόγο)
un final reñido yo no vuelvo a ver,
(ένα φώτο-φίνις δε θα ξαναδώ)
pero si algún pingo
(αλλά αν ένα καλό άλογο)
llega a ser fija el domingo,
(γίνει σίγουρο στοίχημα την Κυριακή)
yo me juego entero, qué le voy a hacer.
(παίζω τον εαυτό μου ολόκληρο, τι να κάνω;)
Πηγές:

https://lyricstranslate.com

Το τραγούδι ακούγεται επίσης στις ταινίες: «H Λίστα του Σίντλερ», «Φρίντα»(η πιο σπάνια εκτέλεσή του), «Αληθινά ψέματα», «Άρωμα γυναίκας», «Delicatessen», «O Αη Βασίλης και η Λέρα», ‘Όλοι οι άνθρωποι του Βασιλιά».

Πηγή: http://2tango.gr/por-una-cabeza/

MARATANGON 2018 – Vol. VI 19-21 October – Skopje Tango marathon by Familija Tangovi

43596070_2051344021578615_7352041106516738048_n

Μοιράζομαι σ’  αυτή την ανάρτηση την εμπειρία της απόδρασης στα Σκόπια με την τανγκο-οικογένειά μου, δηλαδή με την Τίτη, τον Ηρακλή και την Έφη. Δυο χρόνια πριν είχα πάει με την Τίτη και τον Ηρακλή.  Η ελληνική παρουσία τότε δυναμική. Αυτή τη φορά εν μέσω σκοπιανού ήμασταν μόνο 20 άτομα. Ο μαραθώνιος είχε άρωμα Βαλκανίων και Ιταλίας, αλλά και Ισπανίας, Αργεντινής, Γαλλίας, Βοστώνης. Παρασκευή βράδυ και Σάββατο μεσημέρι το λιώσαμε… Το Σάββατο βράδυ η κόπωση εμφανής. Φόρεσα τα παπούτσια της πράκτικας, για λίγο ακόμη. Κυριακή μεσημέρι αποφασίσαμε ότι έπρεπε να φύγουμε ανήμποροι πια για λίγες ακόμη στροφές στη μεσημεριανή μιλόνγκα. Πήραμε το δρόμο της επιστροφής για Φλώρινα γεμάτοι από τις αγκαλιές. Διανυκτέρευση στη Φλώρινα στους «θετούς» γονείς μου, στο άλλο μου σπίτι και το πρωί για Καστοριά κατευθείαν στην τάξη με τις μπαταρίες φορτισμένες στο φουλ, γεμάτη υπομονή, να αντιμετωπίσω τα εφηβάκια μου…

44468212_10212956999819308_7170827167759073280_n

 

 

 

44908268_2055093027870381_359741418421354496_n

«Ειδύλλειο-La Serenata» (18-20 Μαΐου 2018)

33057418_10216408634388178_3564786713530204160_n

 

 

 

 

 

 

 

Πριν το επόμενο Tango-Ειδύλλειο οφείλω να γράψω τις σκέψεις και τα συναισθήματά μου για τη γλυκιά εκδρομή (Serenata) στη Σμίξη Γρεβενών που διοργάνωσε η σχολή χορού Θεσσαλονίκης Alex-Natassa Tango-Room σε συνεργασία με τον Παναγιώτη Τριανταφύλλου.

Με τη «μητρική» ομάδα Tango-Florina αποφασίσαμε να εκμεταλλευτούμε την ευκολία της εκδρομής λόγω απόστασης και  να εκδράμουμε στα Γρεβενά για ένα ΠΣΚ χορού. Ήταν επίσης μια ευκαιρία να μοιραστούμε το δωμάτιο ως οικογένεια…

Μετά από 15 μέρες ξανακοιτώντας τις φωτογραφίες ανακαλώ τις αναμνήσεις και τα συναισθήματα της εμπειρίας. Βασικά χαρακτηριστικά της δικής μου εικόνας ήταν μια γλυκιά χαλαρότητα από την Νατάσα, τον Αλέκο και τον Παναγιώτη που μου έδιναν την αίσθηση ότι είμαι ένα κομμάτι της δικής τους tango-οικογένειας. Άλλωστε οι δεσμοί έχουν δημιουργηθεί εδώ και καιρό. Η εκδρομή μας στη φύση ήταν η ευκαιρία για να δούμε κι άλλες πτυχές μας πέρα από το τάνγκο. Ήταν η ευκαιρία για μια συνύπαρξη εφ΄όλης της ύλης… Πρωί μεσημέρι βράδυ μαζί! Να σημειώσω ότι ήταν η πρώτη φορά που είχα δασκάλα τη Νατάσα κι ομολογώ ότι καταφχαριστήθηκα το μάθημα. Μου άρεσε πολύ η εναλλαγή ρόλων. Και η εμπειρία μου στο leading προχωράει έστω και  με πολύ αργά βήματα.

Οι φωτογραφίες της ανάρτησης( η Όλγα δημιούργησε πάλι…) λένε πολλά ωστόσο θα πω ακόμη δυο λόγια. Θα μείνει σε όλους, είμαι σίγουρη, η διακοπή ρεύματος και η εμπνευσμένη διαχείριση του θέματος από τον Παναγιώτη. Παναγιώτης και Γρηγόρης μας καθοδηγούν και… Η ατμόσφαιρα των κεριών, η χαμηλή μουσική τάνγκο από το λάπτοπ, τα κλειστά μάτια, και οι τάνγκο-αγκαλιές («άραγε ποιος με αγκαλιάζει τώρα;» και μετά «ποιον να αγκαλιάσω τώρα;»), η αργή, τρυφερή σχεδόν εναλλαγή προσώπων μου προκάλεσαν έντονη συναισθηματική φόρτιση, σχεδόν συγκίνηση, κάτι σαν ψυχοθεραπεία.

Καινούργιες νεανικές επαφές σα να γνωριζόμασταν από καιρό. Έχει πλάκα πώς με μερικούς ανθρώπους δε χρειάζεται να κάνεις καμιά προσπάθεια. Χαλαρότης… 

Παλιοί φίλοι εκεί, ζεστά χαμόγελα και οικειότητα. Βρισκόμαστε και ξαναβρισκόμαστε στα τανγκο-ταξίδια, στις μιλόνγκες  και χαιρόμαστε, πόσο χαιρόμαστε! Έχουμε και τη συνενοχή του κοινού πάθους και ναι! αγαπιόμαστε και ξανααγαπιόμαστε με τους παλιούς μας φίλους, με τους νέους και φτιάχνουμε τα ειδύλλειά μας, γιατί αυτός ο χορός, αυτό το ειδύλλειο δεν έχει τέλος…

 

Ρέθυμνο-Gourmet (12-17 Απρίλη 2018)